Κυριακή 9 Μαρτίου 2008

"Δεινόν οι πολλοί, κακούργους όταν έχωσι προστάτας"

"Είναι τρομερός ο όχλος, όταν παρασύρεται από κακούς δημαγωγούς"
Ευριπίδου Ορέστης 772

Ο γαλλοτραφής Καθηγητής, Πολιτειολόγος, Νεοορθόδοξος, Αυτόνομος Κρης, Διευθυντής Εφημερίδας και εσχάτως Μακεδονομάχος κ. Ζουράρις, θα έπρεπε να γνωρίζει καλύτερα από κάποιους άλλους πως η ακριτοέπεια και η αβελτηρία όταν βρίσκουν βήμα μπροστά σ' ένα φανατισμένο κι εξαγριωμένο πόπολο μπορούν να δημιουργήσουν στο μέλλον σοβαρά προβλήματα στην ενότητα και την πολιτισμική ταυτότητα της χώρας. Η Μακεδονία και οι Μακεδόνες ήταν, είναι και θα είναι Ελλάδα κύριε καθηγητά και δεν χρειάζονται κραυγές και παραληρήματα προκειμένου να το εμπεδώσουμε. Αυτό το παιχνίδι που έχετε ξεκινήσει τώρα και χρόνια, γίνεται μπουκιά στο στόμα κάποιων μακρινών "συμμάχων" που θέλουν τα Βαλκάνια μπαρουταποθήκη και τις χώρες τους προτεκτοράτα τους.
Αφήστε λοιπόν τις κορώνες και τις σάρισες κι αν δεν σας κάνει αυτό το ψευδοκράτος, όπως το αποκαλέσατε, επιστρέψτε στο Παρίσι μήπως και ηρεμήσετε.

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2008

Αντιμόνιο





Ήταν κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’60 όταν επισκέφτηκα για πρώτη φορά σαν πιτσιρικάς τα γραφεία της εφημερίδας «ΠΑΤΡΙΣ» στην οδό Θεσσαλονίκης. Δεν θα ξεχάσω ποτέ κι απ’ ό,τι φαίνεται θα κουβαλάω για πάντα μέσα μου τη μυρωδιά εκείνου του στενού και υγρού γραφείου.
Εκείνος σκυμμένος πάνω απ’ τα χαρτιά του έγραφε ακατάπαυστα κι άναβε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο. Ένα «καλώς τον» και ένα «κάθησε», έπειτα σιωπή. Περνούσε ώρα μέχρι ν’ ακουμπήσει κάτω το μολύβι και να σηκώσει το βλέμμα. Αλλά και πάλι η κουβέντα μας σχεδόν ανύπαρκτη. Δυο λέξεις όλες κι όλες για το σπίτι κι άλλες τόσες για το σχολειό. Κι αυτό ήταν. Έπαιρνα πάλι το δρόμο για το γυρισμό.
Έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια, να μεγαλώσουμε και οι δυο για να καταλάβω πόσο πολύ απαραίτητη και χρήσιμη και για τους δυο μας ήταν εκείνη η σιωπή. Εγώ που είχα όλο το χρόνο ν’ ανακαλύψω ψαχουλεύοντας με όλο μου το σώμα εκείνον τον πρωτόγνωρο κόσμο και εκείνος απερίσπαστος από τις σκέψεις του, να γνωρίζει κατά βάθος ότι μ’ αυτή του τη στάση μου σφράγιζε ένα ιδιότυπο διαβατήριο.
Ένα διαβατήριο για μια συνομιλία ζωής. Μια συνομιλία που δεν την καταργεί η απουσία του.